«Όταν ξυπνήσω το πρωί,
τα βλέπω όλα μαύρα,
θέλω μια κούπα με καφέ,
και τέσσερα τσιγάρα».
Όταν άκουσα για πρώτη φορά τους παραπάνω στίχους τραγουδισμένους από τον Παπάζογλου, είπα μέσα μου: δε μπορεί, για μένα τα λέει… κι έχει και δίκιο…
Ανέκαθεν δεν τα πήγαινα καλά με το πρωινό ξύπνημα.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου η μάνα μου φώναζε: «Πουλάς μέρα κι αγοράζεις νύχτα!»
Ομολογώ ότι ποτέ δεν κατάλαβα που ήταν το κακό στο ότι πούλαγα μέρα κι αγόραζα νύχτα… That was fine with me!
Γιατί θα έπρεπε ντε και καλά να πετάγομαι το πρωί απ’ το κρεβάτι όλο χαρά και να κάνω τούμπες επειδή έσκαγε μύτη ο ήλιος, μου είναι ακόμα και σήμερα, μυστήριο μεγάλο. Φχαριστώ, δεν είμαι φίλος, που λέει κι ο Πανούσης.
Ακόμα κι όταν πήγαινα στα νήπια, ήταν αδύνατο να με βάλουν για ύπνο πριν παει δώδεκα η ώρα και καθόμουν μπάστακας μαζί με τους μεγάλους, είτε μέχρι απ’ την τηλεόραση να ακουστεί το ηχητικό εφέ της στάνης μαζί με τα γκλιν γκλιν απ’ τα κουδουνάκια των προβάτων, πράγμα που σήμαινε πως το πρόγραμμα είχε λάβει τέλος, είτε μέχρι να βαρεθούν οι παρέες των γονιών μου να κάθονται στη βεράντα τα καλοκαιρινά βράδια και ν’ αρχίσουν να την κάνουν για τα σπίτια τους.
Αργότερα στο δημοτικό, οι πρωινές ώρες διδασκαλίας ήταν ο διάολός μου… Δεν ήθελα με τίποτα να σηκωθώ απ’ το ωραίο μου, ζεστό κρεβατάκι, να τρέχω μες τα κρύα και τη βροχή (αν ήταν χειμώνας) για το σχολείο, ή να παρατάω τη χαρά του θεού (ήλιος παιχνίδι κοκ, αν ήταν άνοιξη προς καλοκαιράκι) και να κλείνομαι στους τέσσερις τοίχους της αίθουσας.
Πιο μετά, στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, συνέχισε το ίδιο βιολάκι. Είχαμε, θυμάμαι, δυο βάρδιες. Μια βδομάδα πρωί και μια βδομάδα απόγευμα. Στις πρωινές ο εγκέφαλός μου μονίμως ήταν σε μια κατάσταση χλιαρής σούπας. Ιδέα δεν είχα τι πολεμούσαν να πουν οι ταλαίπωροι καθηγητές μπροστά στο μαυροπίνακα.
Στις απογευματινές βάρδιες πάλι, γινόμουν εγώ ο εφιάλτης των καθηγητών. Γιατί στις δύσκολες ώρες της ραστώνης κι έπειτα από το μεσημεριανό φαγητό, όταν εκείνοι με το ζόρι έσερναν τα πόδια τους ως την αίθουσα, εγώ ήμουν μες την καλή χαρά, και τότε ήθελα να λύσω όλες μου τις απορίες, τότε ήθελα να κάνουμε την πλήρη ανάλυση του νοήματος του κειμένου στα Νέα Ελληνικά, τότε μ’ έπιανε ασυγκράτητη λογοδιάρροια και πνεύμα αντιλογίας και συμμετοχής…
Στη διάρκεια των σπουδών τα ίδια… Φρόντιζα πάντα –όσο μπορούσα– να έχω στις πρωινές παραδόσεις τίποτα άσχετα, εύκολα θεωρητικά μαθήματα και να βάζω τα εργαστήριά μου απογευματινές. Μόνο το Εμπορικό Δίκαιο ήταν μόνιμα πρωί, κι αυτό εξηγεί γιατί έκανα 5 εξάμηνα να το περάσω.
Ως τα σήμερα δεν έχουν αλλάξει και πολλά.
Για μένα το πρωί ισχύει το άσμα: μη του μιλάτε του παιδιού, αφήστε το … όχι να κλάψει, αλλά να κοιμηθεί… Δε θέλω πολλά πολλά το πρωί… Δε θέλω καλημέρες, δε θέλω πολλές κουβέντες, τουλάχιστον όχι μέχρι να πιω τον πρώτο καφέ της ημέρας και να κάνω τουλάχιστον δυο τσιγάρα. Στριφτά.
Από τις δώδεκα το μεσημέρι και μετά, αρχίζει ο εγκέφαλός μου να συντονίζεται. Προς το απόγευμα ο κόσμος μοιάζει καλύτερος. Από τις οχτώ, εννιά κι έπειτα όλα είναι μια χαρά κι εγώ αρχίζω ν’ ανεβαίνω με χίλια, ενώ λίγο πριν κι αρκετά μετά τα μεσάνυχτα, είμαι στα καλύτερά μου.
Εκείνες τις ώρες είχα πάντα και συνεχίζω να έχω, τις πιο φαεινές μου ιδέες. Και δε βλέπω πού είναι το κακό να κάθομαι εκείνες τις ώρες να κάνω διάφορα που μ’ ευχαριστούν: απ’ το να βάφω το σπίτι ας πούμε, μέχρι να κάνω μουσακά, ν’ ανακαλύπτω νέες εκδοχές για τούρτα σοκολάτα, ν’ ακούω μουσική, να γράφω, να διαβάζω, να μιλάω στο τηλέφωνο, ή μ’ ένα καφέ στο χέρι –ναι, καφέ ρε, γιατί είπε κανείς πως καφέ πίνει ο κόσμος το πρωί μονάχα;– να συζητάω, να αμπελοφιλοσοφώ, να γκρινιάζω ή ν’ αναλύω με τους φίλους μου το κυπριακό, το μεσανατολικό, τα γκομενικά, κι ό,τι άλλο σπουδαίο κι ωραίο απασχολεί τον εγκέφαλό μου εκείνες τις άγιες ώρες…
Πειράζει που μ’ αρέσει περισσότερο το φως του φεγγαριού, τα χρώματα, τ’ αρώματα της νύχτας;
Πειράζει που χαίρομαι περισσότερο τη θάλασσα το βράδυ, που μ’ αρέσουν οι ώρες οι νυχτερινές, ιδιαίτερα εκείνες οι ώρες «μετά τα περίεργα μεσάνυχτα»;
Εμένα πάντως, δε με πειράζει καθόλου…
Τι να κάνουμε, είμαι… Τύπος Νυχτερινός…
Κυριακή, Μαΐου 15, 2005
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
People I know
Ο Νίκος. Εξαιρετική κιθάρα. Κάμποσα χρόνια σε ωδείο στην κλασσική, μετά ηλεκτρική, είχε ταλέντο, ήταν νέος, είχε εμφάνιση. Δούλεψε πολύ, δο...
-
UPDATE Το συγκεκριμένο θέμα έχει ανανεωθεί με καινούριο ποστ εδώ , όπου δίνω νέες πληροφορίες για τους τρόπους παρασκευής χειροποίητου σαπου...
-
Για τη Βίκη έχω γράψει και παλιότερα. Έχουμε εφτά χρόνια διαφορά, είναι το πρώτο μου ανίψι, κι έχουμε μεγαλώσει σχεδόν σαν αδελφάκια. Αφού ...
-
Ο Νίκος. Εξαιρετική κιθάρα. Κάμποσα χρόνια σε ωδείο στην κλασσική, μετά ηλεκτρική, είχε ταλέντο, ήταν νέος, είχε εμφάνιση. Δούλεψε πολύ, δο...
4 σχόλια:
Βαμπίρ είσαι αλλά ας μην το κάνουμε θέμα γιατί και και γω στο ίδιο λούκι είμαι. Αυτή την ησυχία της νύχτας δεν την αλλάζω με τίποτα (ούτε καν με "πρωϊνό" γκόμενο - άλλο καταδίκι αυτό - ).
Welcome, welcome, τα συγχαρίκια και στην DiS για άλλο ένα υπέροχο design (ζηλεύω)...
Είχα κι ένα συγκάτοικο παλιά νυκτόβιο. Ένιωθα σιγουριά ξέροντας ότι κάποιος είναι ξύπνιος ενώ εγώ κοιμόμουν (άσχετο, έγτιαχνε και φοβερά φαγιά μεταμεσονύχτιες ώρες, για τους λιγούρηδες...)
Καταρχήν, ευχαριστώ απο καρδιάς την DiS για τον κόπο και τη δουλειά της...
(Θα δεις μετά που παει το καλόπιασμα...λολ)
Mia ou, σ' ευχαριστώ και σένα για το καλωσόρισμα.
Κι εγώ φτιάχνω φοβερά φαγιά άμα έχω κέφια... να σου κρατήσω την επομένη κανά ταπεράκι βρε!
Τώρα λες να με κατακεραυνώσει η DiS άμα της πω οτι θέλω λίιιγεεες ακόμα αλλαγούλες στο template του μπλογκ;...
–ναι, καφέ ρε, γιατί είπε κανείς πως καφέ πίνει ο κόσμος το πρωί μονάχα;–
Α τι καλά... Υπάρχουν κι αλλού σε αυτόν τον κόσμο άνθρωποι που δεν πιστεύουν ότι καφέ πίνουμε μόνο τα χαράματα. Και όχι, δεν εννοώ αυτούς που είναι σε λάθος timezone!
Πανέμορφα :-)
Δημοσίευση σχολίου