Τετάρτη, Οκτωβρίου 18, 2006

Πρωινό ξύπνημα



Το πρωινό ξύπνημα, σου γίνεται όλο και πιο δύσκολο.
Όχι τόσο γιατί είσαι νυχτερινός τύπος, όσο γιατί η κάθε μέρα που ξημερώνει σου φαίνεται ίδια κι απαράλλαχτη με την προηγούμενη.

Το ηλεκτρονικό ξυπνητήρι ξεκινά συντονισμένο σε κάποιον ραδιοφωνικό σταθμό κι εσύ δεν το ακούς, ή δεν θέλεις να το ακούσεις.
Μισή ώρα αργότερα σηκώνεσαι απ' το κρεβάτι.
Αν έχεις θυμηθεί να βγάλεις ρούχα απ' την ντουλάπα το προηγούμενο βράδυ τα φοράς. Αν όχι, φοράς ό,τι βρεις μπροστά σου.
Άλλωστε δε σε νοιάζει, δεν έχει πια καμιά σημασία το τι ή το πώς το φοράς.

Ανοίγεις το παράθυρο, μπαίνει ο κρύος πρωινός αέρας.
Ξυπνάει το κορμί σου, το μυαλό σου ακόμα κοιμάται.
Ρίχνεις νερό στο πρόσωπό σου. Όσο πιο κρύο τόσο το καλύτερο.
Η καφετιέρα του εσπρέσο ετοιμάζει μυρωδάτο καφέ κι εσύ σκέφτεσαι μονάχα σε πόση ώρα θα καταφέρεις να είσαι στη δουλειά σου.

Βγαίνεις στο μπαλκόνι να ρίξεις μια ματιά στον ουρανό. Τώρα τελευταία είναι όλο και πιο συχνά συννεφιασμένος, γεμάτος συμπαγή θαρρείς, άσπρα σύννεφα. Ούτε κι αυτό όμως έχει σημασία αλήθεια. Το μόνο που σου θυμίζει είναι να ρίξεις ένα μπουφάν στους ώμους σου πριν βγεις.

Στρίβεις τσιγάρο με κινήσεις μηχανικές, ούτε που χρειάζεται πια να κοιτάξεις για να το κάνεις. Τα δάχτυλά σου ξεχωρίζουν το χαρτάκι, μετρούν μεμιάς την ποσότητα του καπνού που χρειάζεται, βάζουν το λεπτό φίλτρο και ρολάρουν από μόνα τους σχεδόν.
Ψάχνεις αναπτήρα. Πάντα βρίσκεις κάπου καταχωνιασμένο έναν. Το μόνο που δεν λείπει απ' αυτό το σπίτι είναι οι αναπτήρες.
Τότε μόνο κλείνεις για λίγο τα μάτια.
Τα κλείνεις και τραβάς μια ρουφηξιά. Την κρατάς στα πνευμόνια σου όσο περισσότερο μπορείς, λες κι είναι το οξυγόνο που χρειάζεται το μυαλό σου για ν' αρχίσει να λειτουργεί. Εκπνέεις αργά, κι εξίσου αργά ανοίγεις τα μάτια σου και πάλι παρατηρώντας πρώτα τον καπνό ν' ανεβαίνει κι ύστερα ρίχνεις μια βιαστική ματιά γύρω σου.
Τίποτα δεν έχει αλλάξει, όλα είναι ίδια.
Άλλη μια ρουφηξιά.

Πρέπει να φύγεις.
Κοντοστέκεσαι λιγάκι στην πόρτα με τα κλειδιά στο χέρι.
Αν πίστευες στο Θεό ίσως έκανες μια προσευχή να παει η μέρα σου καλά. Ούτως ή άλλως όμως ξέρεις τους νόμους των πιθανοτήτων.
Κι αν η μέρα σου κυλήσει σχετικά ανώδυνα είναι μάλλον μια καλή μέρα.
Παίρνεις μια βαθιά ανάσα, κλειδώνεις την πόρτα και βγαίνεις.
Συχνά ξεχνάς το κινητό σου στο σπίτι. Δε σε νοιάζει και πολύ, εκτός κι αν χρειαστεί να στείλεις κάπου ένα μήνυμα ή να καλέσεις κινητό, κάτι που δεν μπορείς να κάνεις απ' τη δουλειά σου.
Κόσμος μπαίνει και βγαίνει στο γραφείο, τηλέφωνα χτυπούν ασταμάτητα. Μιλάς, εξυπηρετείς, διευθετείς, λες ψέματα, καλύπτεις καταστάσεις, ανέχεσαι πρόσωπα που δεν συμπαθείς και που αν ήταν στο χέρι σου δε θα τους έλεγες ούτε καλημέρα, γελάς, αστειεύεσαι, και ξαφνικά ρίχνεις μια ματιά στο ρολόι και αντιλαμβάνεσαι πως η μέρα έχει κυλήσει και δεν το έχεις πάρει χαμπάρι.

Σ' ένα απ' όλα τα τηλεφωνήματα είναι κάποιος δικός σου άνθρωπος που σε παίρνει καθημερινά να σε ρωτήσει τι κάνεις, αν είσαι καλά, αν έχεις λεφτά, αν η δουλειά σου προχωράει, αν, αν, αν…
Και βέβαια είσαι καλά, ναι σίγουρα, όλα μια χαρά, μα φυσικά και έχεις λεφτά, εννοείται το ψυγείο σου είναι μονίμως γεμάτο, η δουλειά κανένα πρόβλημα, είσαι εντός προθεσμίας. Πότε, προχτές δε σ' έβρισκε στο τηλέφωνο; Α, ναι, ήταν τότε που είχες βγει με κάτι φίλους για καφέ, για φαγητό, για ποτό, στο σινεμά, ή είχες παει για ψώνια, ή στην οδοντίατρό σου.
Λες κι ήταν ποτέ δυνατό να μην ήταν αλήθεια όλα αυτά, λες και μπορεί να ήσουν απλώς στο σπίτι και να μην ήθελες, να μην είχες κουράγιο να απαντήσεις καν στο τηλέφωνο.
Κι ανάμεσα σ' όλα αυτά, ατέλειωτα τσιγάρα και καφές.

Κάποια στιγμή παίρνεις το δρόμο της επιστροφής. Σταμάτημα στα pits για λίγη ώρα -περνάς από την κολλητή σου δηλαδή να πείτε δυο κουβέντες- κι ύστερα ανεβαίνεις σπίτι σου.
Η καφετιέρα του εσπρέσο πιάνει ξανά δουλειά, το τσιγάρο ανάβει και πάλι, κλείνεις και πάλι για λίγο τα μάτια.
Σε επαναφέρει το νιαούρισμα της γάτας σου αν έχεις ξεχάσει να την ταίσεις ή το τρίψιμό της στα πόδια σου αν είναι ταισμένη και για κάποιο άγνωστο λόγο, ευτυχισμένη μες το γατίσιο μυαλό της.

Ρίχνεις ξανά μια ματιά γύρω. Όλα είναι όπως το πρωί, όπως τα άφησες.

Ανοίγεις το ραδιόφωνο, παλιές και καινούριες αγαπημένες μελωδίες ξεχύνονται στο χώρο.
Πίνεις τον καφέ σου, καμιά φορά ανοίγεις την τηλεόραση με τον ήχο σβηστό, συνήθως όμως σ' εκνευρίζει μετά από λίγα λεπτά και μένεις με τις μουσικές και τις μελωδίες.

Το δανεικό λάπτοπ σε περιμένει πάνω στο γραφείο. Ένα γιγάντιο ρολόι στο μυαλό σου κάνει τικ-τακ μετρώντας το χρόνο που σου απομένει μέχρι να παραδώσεις τη δουλειά σου. Έχεις αργήσει.
Έχεις αργήσει πολύ. Τόσο που σχεδόν δε σώζεται. Σηκώνεσαι βαριά και κάθεσαι μπροστά στην οθόνη. Ξεκινάς δουλειά.
Τα δάχτυλά σου κυλούν μηχανικά πάνω στα πλήκτρα, μεταφράζεις σχεδόν χωρίς να σκέφτεσαι. Δίπλα σου ο καφές στην κούπα κρυώνει, τα τσιγάρα σβήνουν κι ανάβουν.
Συνήθως η βραδυά έχει άλλη μια στάση στα pits -ξανά η κολλητή, για κουβέντα ή για την επιχείρηση 'πώς φτιάχνουμε φαγητό με αέρα κοπανιστό aka μέθοδος Χουντίνι', και μετά βρίσκεσαι ξανά μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μέχρι που τσούζουν τα μάτια σου κι η μέση σου χρειάζεται τα υποστυλώματα του Παρθενώνα για να σε κρατήσει σε όρθια θέση.

Άλλο ένα τσιγάρο προτού πας για ύπνο;
Βέβαια, άλλο ένα. Το τελευταίο, σκέφτεσαι, κι ανάβεις ένα καθώς σώζεις τη δουλειά, κλείνεις τον υπολογιστή, σβήνεις τα φώτα, και τελευταίο το ραδιόφωνο.

Η γάτα σου κοιμάται από ώρα κουλουριασμένη στην καρέκλα της.
Η κολλητή σου είτε κοιμάται, είτε παλεύει στον δικό της υπολογιστή, είτε χαζεύει στην τηλεόραση για να βάλει φρένο στις σκέψεις που τρέχουν στο κεφάλι της χωρίς να κάνουν ποτέ στάση στα pits.
Οι δικοί σου άνθρωποι είναι χιλιόμετρα μακριά, κοιμούνται από ώρα. Όσο κι αν δεν πιστεύεις στο Θεό, εύχεσαι έτσι στον αέρα, να είναι καλά, να τους ακούσεις και την επόμενη μέρα στο τηλέφωνο κι ας χρειαστεί να τους πεις ξανά το ίδιο παραμύθι: ναι, μα και βέβαια είμαι καλά, είναι όλα μια χαρά, μην ανησυχείς.
Παλιοί φίλοι έχουν χαθεί στα δικά τους, κάπου τους είχες πετύχει μια βραδυά, κάπου ανάμεσα σε Ζωγράφου και Καισαριανή, παλιοί αγαπημένοι έχουν από χρόνια βγει απ' τη ζωή σου -ή μήπως τους έβγαλες εσύ;- κι άλλοι έχουν σβήσει εντελώς απ' την οθόνη του μυαλού σου, έτσι στα ξαφνικά, σαν να έγιναν σκόνη, σαν να μην ήταν μόλις προχτές που ακόμα ένιωθες κάτι για 'κείνους, που τους σκεφτόσουν κι απαντούσες στις κλήσεις τους στο κινητό.

Πριν σβήσεις το φως στο κομοδίνο σου, σκέφτεσαι εκείνους που μέχρι χτες σήμαιναν κάτι για σένα, και ξαφνικά σήμερα όλα τα χρόνια, όλες οι αναμνήσεις έχουν διαλυθεί, έχουν γίνει μικρά, ξεφτισμένα κουρελάκια. Προσπαθείς να φέρεις την εικόνα τους στο μυαλό σου, να ξαναβρείς έστω ένα απ' τα τρυφερά συναισθήματα που είχες για 'κείνους, αλλά δεν υπάρχει πια τίποτα.
Και σε πονάει αυτό.
Όχι γιατί σβήστηκαν εκείνοι απ' το νου σου, αλλά γιατί μαζί μ' αυτούς σβήστηκαν κι όλες οι δικές σου στιγμές μαζί τους, σβήστηκαν οι δικές σου αναμνήσεις, τα δικά σου όμορφα συναισθήματα, η δική σου αγάπη, τα δικά σου χαμόγελα, σβήστηκαν κι ούτε που θες να τα θυμηθείς ξανά, κι είναι λίγο σαν να 'χεις πάθει μια μικρή αμνησία, είναι λίγο λες και κάμποσα χρόνια της ζωής σου έχουν μείνει κενά.

Όμως δε σε παίρνει ν' αφήσεις το μυαλό σου να ξεστρατίσει τώρα σε τέτοια μονοπάτια.
Δε σε παίρνει γιατί οι κόκκινοι δείκτες του ηλεκτρονικού ρολογιού απέναντί σου δείχνουν τέσσερις, δείχνουν πεντέμισι, σε λίγο θα δείξουν έξι το πρωί.
Κι εσύ πρέπει, πρέπει να κοιμηθείς.
Πρέπει, γιατί σε λίγες ώρες σε περιμένει άλλο ένα πρωινό ξύπνημα.

7 σχόλια:

guerriero_da_luz είπε...

Ο καιρός είναι σκατενιος και ακόμα περισσότερο αν είσαι μόνος. Το μόνος μεταφράζεται πολλαπλά καθένας ας το μαγειρεψει όπως νιώθει. Όχι φιλτράκια στο καπνό θυμίζει βιομηχανοποιημένο στρίψιμο. Εξάλλου λατρεύω του φτου φτου που με βάζει να κάνω το ακούρευτο ναυτικο στριφτό μου... Δεν υπάρχει θεός να πιστέψεις σε αυτόν. Ο μονος θεός είναι μέσα σου. Τα ρολάκια μας είναι ελλεινά αλλα απαραίτητα. Το κοινό γύρω μας δεν αντέχει την αλήθεια. Όλα στο μυαλό συμβαίνουν όταν ολοι οι υπόλοιποι κοιμούνται. Μακάρια. Οι γάτες ειναι γαμώ τα άτομα. Ο καλύτερος τρόπος να τις εκπαιδεύσεις είναι να κάνεις οτι θέλουν χωρίς πολλα πολλά... Η αμνησία είναι δώρο ολα τα χθεσινά είναι ακριβώς αυτό: ΧΘΕΣΙΝΑ. Τώρα τι κάνουμε. Παρόν, present, εδώ και τωρα γμτ μου... Η ουσία μας λείπει. Αμπέλι και φιλοσοφία με στριμώξαν στη γωνία. Τα σέβη μου.

PS. Η νύχτα ξέρει αλλα κάνει τη πάπια...Ξαναρώτα τη.

xryc agripnia είπε...

Aπο τα καλυτερα post,ever.
Καλησπερες.

Ανώνυμος είπε...

Νομίζω πως είναι καιρός να κόψεις το σιγγαρέτο.
Υποκλείνομαι στην αυτοκρατορική μεγαλειότητά σου .
Teo

witchofdaffodils είπε...

καλημέρα τύπε..

northaura είπε...

από χτες το απόγεμα έχω ανοιχτή την σελίδα σου.έφυγα και την άφησα ανοιχτή στο άδειο σπίτι μπας και βρει κάτι να σου πει αυτό, γιατί εγώ δεν έχω.καλησπέρες

Zaphod είπε...

Καλημέρα!
Με κάλυψε ο Guerriero Da Luz συν την δικιά μου παρατήρηση πως η πολλή σκέψη πολλές φορές δεν ωφελεί και ειδικά τους αθρώπους που έχουν μυαλό...
Φιλικές Υπενθυμίσεις:
1)Δεν Βάζουμε φίλτρο στα στριφτα!
2)Βγες και καμια βόλτα - ειδικά νυχτερινή - και δοκίμασε να περάσεις όμορφα!
Κατά τα άλλα φιλούρες!

Unknown είπε...

αχ αυτές οι άγρυπνες νύχτες, πόσο μας ταλαιπωρούν, ζηλεύω τους ανθρώπους που κοιμούνται αμέσως. Το ρολόι είναι ο αιώνιος βασανιστής μας, οι δείκτες του τα μαστίγια πάνω μας. Μου λείπει ο Vito ο γάτος μου, τον λατρεύω. Μια φάση είναι θα περάσει, αρκεί να την βοηθήσεις και συ λίγο

People I know

Ο Νίκος. Εξαιρετική κιθάρα. Κάμποσα χρόνια σε ωδείο στην κλασσική, μετά ηλεκτρική, είχε ταλέντο, ήταν νέος, είχε εμφάνιση. Δούλεψε πολύ, δο...