Δευτέρα, Οκτωβρίου 03, 2005

Τρεις ντομάτες και τρεις πιπεριές

Μεσημέρι στο μαγαζί που δουλεύω.
Η γκόμενα του αφεντικού έχει μπαστακωθεί εδώ. Την έχω απ’ το πρωί στα πόδια μου και δε λεει να ξεκουμπιστεί ακόμα.
Περιμένει το μπιγκ μπος να επιστρέψει απ’ έξω και την τρωω εγώ στη μάπα στο μεταξύ.
Κοιτάζω αφηρημένα έξω στο δρόμο για να μη βλέπω τη φάτσα της και αναζωπυρώνονται όλα τα μαύρα, φονικά μου ένστικτα.

Ξαφνικά, προσέχω ένα γεροντάκι που στέκεται σχεδόν στη μέση του δρόμου.
Μα, που παει ο χριστιανός, αναρωτιέμαι.
Τον παρατηρώ. Είναι ψηλός, ξερακιανός, φοράει πουκάμισο θαλασσί, χωρίς σακάκι.
Στηρίζεται σε μπαστούνι και τρέμουν τα τέσσερά του. Μου μοιάζει πως όπου να ναι θα σωριαστεί κάτω.
Σταματάει έναν περαστικό και κάτι του λεει. Εκείνος ανασηκώνει τους ώμους του κι απομακρύνεται.
Σε λίγο το ίδιο σκηνικό. Σταματάει άλλον, του λεει κάτι κι ο διαβάτης του γνέφει αρνητικά και συνεχίζει το δρόμο του.
Η ίδια δουλειά πρέπει να έγινε κάπου έξι ή εφτά φορές.

Σκέφτομαι πως ίσως το γερόντιο να τα χει ψιλοχαμένα, να χει χάσει το δρόμο ή να μη θυμάται πώς θα γυρίσει στο σπίτι του. Ποιος ξέρει.
Σηκώνομαι και παω προς την πόρτα.
Που πας; μου λεει η χαζοβιόλα.
Τη γράφω κανονικά και βγαίνω έξω.
Πάνω στην ώρα, ο παππούς έχει σταματήσει άλλον περαστικό. Μέχρι να πλησιάσω, πιάνει τ’ αυτί μου κάτι για ντομάτες και πιπεριές.
Τι διάτανο, συλλογίζομαι... Μανάβικο ψάχνει;
Παω κοντά του την ώρα που ο περαστικός φεύγει βιαστικά μουρμουρίζοντας κάτι που δεν έπιασε τ’ αυτί μου.
Τί θες, παππού; τον ρωτάω. Ψάχνεις κάτι;
Με κοιτάει και με πιάνει απ’ το χέρι.
Θέλω κάποιος να παει ως το μανάβη, το Γιάννη, μου εξηγεί, και να μου πάρει τρεις ντομάτες και τρεις πιπεριές. Δε με κρατάνε τα πόδια μου να παω ως εκεί, και η γριά μου στο σπίτι τα περιμένει να φτιάξει φαί. Τα ξέχασα, να κοίτα, μόνο κρεμμύδια πήρα, έχω ξεκουτιάνει.

Σκύβει το κεφάλι λες και ντρέπεται.
Δε με κρατάνε τα πόδια μου, μου λεει και πάλι. Μπορείς εσύ να πας ως το Γιάννη; Μπορείς να πας να μου πάρεις τρεις ντομάτες και τρεις πιπεριές; Για γεμιστά; Έχω λεφτά, να κοίτα, θα σου δώσω και για τον κόπο σου.
Ανοίγει το πορτοφόλι του να μου δείξει τα λεφτά του.
Δε θέλω να μου δείξεις τα λεφτά σου, παππού, του λεω. Έλα μέσα να καθίσεις λιγάκι στο μαγαζί.
Τον πιάνω απ’ το χέρι. Ο γέρος τρέμει σα να κατάπιε κομπρεσέρ.
Τον φέρνω στο γραφείο.
Το μπάζο, η γκόμενα του αφεντικού δηλαδή, τον βλέπει και ξινίζει τα μούτρα της.

Τί έγινε, ΚΑΠΗ το κάναμε εδώ; μου πετάει και της απαντάω μ’ ένα χαμηλόφωνο άντε και γαμήσου.
Βάζω το γερόντιο να κάτσει, κι εκείνος δε σταματάει να μου λεει για τις ντομάτες και τις πιπεριές.
Άκου δω, θα βγω για λίγο να πάρω τα πράγματα του παππού. Έχε το νου σου για πέντε λεπτά, της λεω.
Μωρέ τι μας λες; Αυτό μας έλειπε, να τρέχουμε τώρα για τον κάθε γέρο που θα δούμε στο δρόμο!
Δεν έχεις παιδιά; Γυναίκα; του λεει, κι όσο κι αν την κατακεραυνώνω με το βλέμμα δε λεει να το βουλώσει.

Ο γέρος την κοιτάζει και σκύβει πάλι το κεφάλι.
Δεν έχω παιδιά, της αποκρίνεται. Η γριά μου δεν μπορεί να κατέβει τις σκάλες. Κι εγώ δε με κρατάνε τα πόδια μου να παω ξανά πίσω. Σε παρακαλώ, κοπέλα μου, κάνε μου τη χάρη, της λεει. Μόνο τρεις ντομάτες και τρεις πιπεριές θέλω…Να, κοίτα, έχω λεφτά, και κάνει πάλι την κίνηση ν’ ανοίξει το πορτοφόλι του.
Παππού, σταμάτα! τον προλαβαίνω. Θα παω εγώ να σου τα πάρω.
Το αρχίδι πετάγεται να πει ξανά κάτι.
Άντε και γαμήσου, Ελένη, της λεω, δυνατά αυτή τη φορά.

Βγαίνω και πηγαίνω στο μανάβη. Ψωνίζω τα πράγματα του παππού ενώ κανονίζω με τον Γιάννη να του τηλεφωνεί ο γέρος και να του στέλνει εκείνος τα ψώνια στο σπίτι με τον μικρό του μαγαζιού.
Πέντε λεπτά μου πήρε η όλη ιστορία.
Όταν γύρισα το μαγαζί ήταν κλειδωμένο κι ο παππούς με περίμενε στο δρόμο. Το κοπρόσκυλο είχε τσατιστεί κι είχε φύγει.
Σιγά τα ωά! Ας έκανε παράπονα στ’ αφεντικό να μου κάνει παρατήρηση. Μή χέσω!

Ο παππούς φεύγοντας είπε τόσα ευχαριστώ που έχασα το λογαριασμό και μ’ έκανε να νιώσω και άσχημα.
Μερικές ώρες αργότερα και λίγο πριν κλείσω να φύγω, είδα πάλι το γέρο έξω απ’ το μαγαζί.

Τί είναι παππού, του λεω;
Τίποτα, μου απαντάει.
Να, κατέβηκα να σου φέρω αυτό.
Και μου βάζει στο χέρι ένα σακουλάκι με καραμέλες.
Για το τσιγάρο, μου λεει. Για να μην καπνίζεις συνέχεια.

23 σχόλια:

Spi_Der είπε...

Κοιτα, δεν ξερω τι κανετε εσεις οι νεοι σημερα, αλλα στην εποχη μου οταν οι κοπελες θελανε να πουνε για καποιον ηλικωμενο που τους εδωσε καραμελες, δε γραφανε και τη Μαχατμπαρατα πριν :pppppppp

Ανώνυμος είπε...

νυχτερινέ τύπε είσαι εντάξει τύπος αν και νυχτερινός... ;)

Oneiros είπε...

Λίγα πράγματα μπορούν να μου ματώσουν την καρδιά όσο η σκληρότητα απέναντι στους ανήμπορους και τους ηλικιωμένους, κι όχι μόνο επειδή θα έρθουμε κι εμείς κάποια μέρα στη θέση τους. Σκληρότητα τους δείχνουμε κι όταν η ματιά μας περνάει αδιάφορη από πάνω τους στο δρόμο, όταν δυσανασχετούμε με τις ανάγκες τους, όταν γινόμαστε ανυπόμονοι που μας καθυστερούν στην επικοινωνία και τη μετακίνηση, όταν κρατάμε την καλημέρα και το χαμόγελο μόνο για τις συναλλαγές και τις συναναστροφές. Να' σαι καλά, και μη δίνεις σημασία στην κάργια' κάποτε θα έρθουν και γι' αυτήν οι ρυτίδες και η καταφρόνια.

neraida είπε...

Είσαι πολύ εντάξει τύπος, όπως λέει κι ο street spirit.

Διαβάζοντας την ιστορία κυρίως ένιωσα ενοχές. Συνήθως δεν δίνω σημασία σε κανένα γύρω μου στο δρόμο. Κάθε μέρα περπατώντας για το γραφείο και πίσω, στο κέντρο της Αθήνας, βλέπω πολλά κουλά. Υπάρχουν άπειροι ζητιάνοι, και πολλοί από αυτούς είναι ηλικιωμένοι, αν και δε φαίνονται να έχουν ανάγκη, πιο πολύ μοιάζουν να το έχουν κάνει επάγγελμα. Έχω κλειστεί στην εικόνα αυτής της αηδίας, και αδυνατώ να δω ότι σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι (και ηλικιωμένοι) που έχουν πραγματική ανάγκη, χωρίς να κάνω τίποτα...

Ανώνυμος είπε...

Γλυκό κι ανθρώπινο...
Είναι δύσκολο να μην έχεις κάποιον να σε βοηθάει, όταν δεν είσαι σε θέση να κάνεις κάποια πράγματα μόνος σου.
Πόση αγάπη υπάρχει μέσα σ'αυτές τις καραμέλες..

Marina είπε...

Ευτυχώς που υπάρχουν και άνθρωποι σαν και εσένα που ξέρουν να ακούν και να προσφέρουν χωρίς ανταλλάγματα.

Ξέρεις, όταν προσφέρεις έτσι, τα ανταλλάγματα έρχονται απο μόνα τους..

Και είναι πάντα τα γλυκύτερα.

Τις έφαγες τις καραμέλλες?

alex είπε...

Να' σαι καλά.

η Λίτσα είπε...

ψυχουλα εισαι ...

Ανώνυμος είπε...

Μου σηκώθηκε η τρίχα...

. είπε...

γιατί ρε γμτ όλοι αδιαφορούν για τους γέρους; εδώ εμείς νέοι καμιά φορά κουραζόμαστε, τι να πουν αυτοί; δε φτάνει που νιώθουν άσχημα για την ανημπόρια τους, να κάνουμε κ εμείς έτσι;

είναι τόσο άδικο για αυτή τη γενιά που κατα πάσα πιθανότητα βοηθούσε ως νέα του μεγάλους, τόσο άδικο που σου ρχεται να κλαις, αν ντρέπεσαι για τη γενιά σου.

δεν είχαν παππούδες αυτοί οι άνθρωποι, απορώ.... που να τους εξηγήσεις ότι το καλό που έκανεσ στον παππού το φχαριστήθηκες και συ;

Τυπος Νυχτερινος είπε...

Spi_der, καμάρι μου, χαίρομαι που είσαι ο συνηθισμένος, χαριτωμένος εαυτός σου.

Σταβ...

Στριτ, που και που! ;)

Όνειρε, συμφωνώ απόλυτα. Όσο για την κάργια, δεν ασχολούμαι καθόλου. Είναι ήδη αξιολύπητη, μόνο που δεν το ξέρει.

Νεράιδα, μή νομίζεις. Όλοι λίγο πολύ, και δε βγάζω τον εαυτό μου απ' έξω, το ίδιο κάνουμε. Ευτυχώς, κάπου κάπου, κι όταν το ευνοούν οι συνθήκες, μπορεί να "δούμε" και να "ξεχωρίσουμε" τις πραγματικές απο τις πλαστές ανάγκες.

Wisdom, αυτές οι καραμέλες με κάναν κομμάτια.

Μαρίνα, δεν τις έφαγα τις καραμέλες, γιατί είναι απ' αυτές που καίνε, αλλά τις έχω στο συρτάρι του γραφείου και με βοηθάνε να χαμογελάω :)

Άλεξ, Μαριλίνα, Μπλακ Περλ και Λίτσα, το ζητούμενο στο ποστ δεν είναι αν εγώ έκανα μια "καλή πράξη", πιστέψτε με, αλλά το τί έκαναν οι υπόλοιποι έξι - εφτά περαστικοί που άκουγαν τον παππού και μετά συνέχιζαν το δρόμο τους.

Αυτό με απασχόλησε περισσότερο σ' αυτή την ιστορία. Εγώ το θεώρησα αυτονόητο πως θα το έκανα, οι άλλοι όμως, τί σκατά έχουν στο κεφάλι τους; Δεν ξέρω, δεν το καταλαβαίνω, δε χωράει στο κεφάλι μου.

Σκέφτηκα πως θα μπορούσε να είναι ο δικός μου ο παππούς, μήν πω κιόλας ο δικός μου ο πατέρας κάποια χρόνια αργότερα.

Περισσότερο απο τη λύπη μου για τον παππού με σοκάρισε η αδιαφορία του κόσμου. Κι αν σοκαρίστηκα εγώ, αναρωτιέμαι πως πρέπει να ένιωσε ο ίδιος ο παππούς.

mindstripper είπε...

Εγώ βούρκωσα κι όχι μία φορά μόνο.

Καλά θα είναι να μάθουμε να βγαίνουμε από τον εαυτό μας και να μπαίνουμε στο πετσί του ανθρώπου που μας ζητάει βοήθεια. Το ότι δεν είμαστε στη θέση του δεν είναι πάντα θέμα επιλογής. Είναι θέμα καταστάσεων ή απλά χρόνου. Πάλι καλά που αυτός ο παππούλης έχει την γυναίκα του...

Κι αυτές οι καραμέλες ήταν η πιο γλυκιά ανταμοιβή. :-)

Psipsinel είπε...

me ekanes ke dakrisa. to na simperiferomaste asxima se ena ilikiomeno to vrisko to xirotero pou mpori na kani kapios.

Δήμητρα είπε...

Έκλαψα...

Γιατί δεν έχω παππού...
ούτε γιαγιά τώρα πια.... γμτ!

mario είπε...

κάποτε ο παππούς μου, που έπασχε από άνοια, έφυγε από το σπίτι και χάθηκε. Τον βρήκαμε την επόμενη μέρα, ευτυχώς ζωντανό. Αν είχε βρεθεί τότε κάποιος σαν εσένα θα είχε γλυτώσει μεγάλη ταλαιπωρία. Να είσαι καλά.

Idάκι είπε...

Μπράβο βρε Τύπε, και πραγματικά δεν μπορώ να χωνέψω τέτοια αδιαφορία από όλους τους άλλους... ακόμη κι αν βιαζόμουν θα έβρισκα έναν τρόπο να πάρει ο παππούς τα ζαρζαβατικά του!! Τελικά έχουμε γίνει απάνθρωποι μου φαίνεται...

Βούρκωσα για τα καλά με τις καραμέλες... να ναι καλά ο παππούλης με τη μεγάλη καρδιά... και να σαι κι εσύ για να δίνεις πέντε λεπτά από το χρόνο σου για κάτι που φέρνει μεγάλη χαρά σε έναν συνάνθρωπο και ζεστασιά στη δικιά σου καρδιά.

ΥΓ. Όσο για τις κάριες αυτού του κόσμου, ε τι να πω, ελπίζω η στενομυαλιά να εξαλειφθεί από τη φυσική επιλογή.

Stefanos είπε...

Την παλιοξεκωλιάρα! Όταν γεράσει αυτή θα έχει την απαίτηση να την υπηρετούν όλοι όμως. Που να μην της πηγαίνουν ούτε ποτήρι με νερό.. το κέρατό μου το τράγιο. Δεν τους μπορώ κάτι τέτοιους ανθρώπους. Τι θα σου κοστίσει μωρή να βοηθήσεις τον παππού? που μόνο για λούσα και για να κουνάς τον κώλο σου στα κλαμπ είσαι. Ζώο, ε ζώο.. συγχήστηκα τώρα.
Μπράβο ρε νυχτερινέ, έτσι πρέπει!

M. είπε...

Νά'σαι καλά ρε κορίτσι...

Ε, δεν αντέχω, θα το πω.

Μα τι σκύλα η γκόμενα! Με πιάσαν κάτι νεύρα! (και για τους άλλους που αδιαφόρησαν έχεις δίκιο, αλλά αυτή ξεπέρασε κάθε όριο!)

nanakos είπε...

Μπράβο, πολύ γλυκό εκ μέρους σου! Εμείς έχουμε μια γιαγιά στη πολυκατοικία που της πηγαίνω τον Λένυ να το χαιδεύει. Είχαν ενα όμορφο σκύλο τα εγγόνια της αλλά, δεν την επισκέπτονται πια και της λείπει που της έγλυφε τα χέρια. Ευτυχώς υπάρχουν άνθρωποι που είναι πιο πιστοί ακόμα και από τους σκύλους¨!

Dellaporta είπε...

Παραθέτω εδώ την άποψη μιας φίλης μου που με εκφράζει απόλυτα:

Πως είναι δυνατόν και κυκλοφορούν τέτοια σιχάματα - σαν τη χαζογκόμενα της ιστορίας - γύρω μας; Τί ζητάω, μια οργάνωση να τους βρίσκει και να τους σαπίζει στο ξύλο σε τακτά χρονικά διαστήματα. Εγώ μέσα θα ήμουν.

Ελπίζω να μην είχες προβλήματα με το αφεντικό σου.

Dellaporta είπε...

Παραθέτω εδώ την άποψη μιας φίλης μου που με εκφράζει απόλυτα:

Πως είναι δυνατόν και κυκλοφορούν τέτοια σιχάματα - σαν τη χαζογκόμενα της ιστορίας - γύρω μας; Τί ζητάω, μια οργάνωση να τους βρίσκει και να τους σαπίζει στο ξύλο σε τακτά χρονικά διαστήματα. Εγώ μέσα θα ήμουν.

Ελπίζω να μην είχες προβλήματα με το αφεντικό σου.

Ανώνυμος είπε...

μπράβο ρε κοπελιά...

μα ρε γαμώτο είναι δυνατόν να υπάρχουν άνθρωποι τόσο ΖΩΑ;

τι να πει κανείς...

Μαρία Νίκος είπε...

εκει που είσαι ήμουνα και εδω που είμαι θάρθεις . Σεβασμος για όλους και βοήθεια οπου μπορούμε

People I know

Ο Νίκος. Εξαιρετική κιθάρα. Κάμποσα χρόνια σε ωδείο στην κλασσική, μετά ηλεκτρική, είχε ταλέντο, ήταν νέος, είχε εμφάνιση. Δούλεψε πολύ, δο...