Χειμωνιάζει
θα έρθει Φλεβάρης
θα δώσεις ζωή
εσύ.
Στην αγαπημένη μου ανιψιά.
Πέμπτη, Οκτωβρίου 30, 2014
Παρασκευή, Οκτωβρίου 10, 2014
Έκκληση για βοήθεια
Προς όλους τους φίλους:
Παιδιά, υπάρχει έκτακτη ανάγκη για τρεις αμμολεκάνες (μεγάλου μεγέθους) και κάμποσα σακιά με άμμο για γάτες (όσα μπορούν να βρεθούν).
Χρειαζόμαστε ακόμη ξηρά τροφή για στειρωμένα γατιά (όση μπορεί να βρεθεί), έξι (6) αντιπαρασιτικά δισκία μάρκας Milbemax ή Drontal, και ένα σωληνάριο βιταμίνες για γατιά μάρκας Nurish UM CAT ή συναφές.
Πρόκειται για τη φροντίδα 6 γατιών των οποίων η γατο-μαμά βρίσκεται στο νοσοκομείο αυτή τη στιγμή εκτάκτως με σοβαρό θέμα υγείας και υπάρχει οικονομικό πρόβλημα.
Τονίζω ότι επείγει κυρίως η άμμος τους και οι λεκάνες και η ξηρή τροφή.
Όσοι μπορείτε βοηθήστε. Επίσης όσοι μπορείτε αναδημοσιεύστε κρατώντας το το όνομα του μπλογκ στην ανάρτηση ώστε να επικοινωνήσουν μαζί μου όσοι θελήσουν για περαιτέρω πληροφορίες και συνεννόηση.
Παιδιά, υπάρχει έκτακτη ανάγκη για τρεις αμμολεκάνες (μεγάλου μεγέθους) και κάμποσα σακιά με άμμο για γάτες (όσα μπορούν να βρεθούν).
Χρειαζόμαστε ακόμη ξηρά τροφή για στειρωμένα γατιά (όση μπορεί να βρεθεί), έξι (6) αντιπαρασιτικά δισκία μάρκας Milbemax ή Drontal, και ένα σωληνάριο βιταμίνες για γατιά μάρκας Nurish UM CAT ή συναφές.
Πρόκειται για τη φροντίδα 6 γατιών των οποίων η γατο-μαμά βρίσκεται στο νοσοκομείο αυτή τη στιγμή εκτάκτως με σοβαρό θέμα υγείας και υπάρχει οικονομικό πρόβλημα.
Τονίζω ότι επείγει κυρίως η άμμος τους και οι λεκάνες και η ξηρή τροφή.
Όσοι μπορείτε βοηθήστε. Επίσης όσοι μπορείτε αναδημοσιεύστε κρατώντας το το όνομα του μπλογκ στην ανάρτηση ώστε να επικοινωνήσουν μαζί μου όσοι θελήσουν για περαιτέρω πληροφορίες και συνεννόηση.
Κυριακή, Αυγούστου 31, 2014
Ανθρωπιά και συλλογική σκέψη, έννοιες ξεχασμένες ή όχι;
Το φετινό καλοκαίρι μου βγήκε λίγο έως πολύ ζόρικο.
Πολύ τρέξιμο, πολλές εκκρεμότητες, πολλοί λογαριασμοί που περίμεναν να πληρωθούν, πολλές στραβές φάσεις και να κυλούν οι μήνες ενώ αυτοί που σου χρωστάνε τα δεδουλευμένα σου κάνουν τον κουφό και σε αντιμετωπίζουν με θράσος και απαξίωση.
Δε θέλει και πολύ να σαλτάρει ο άνθρωπος, παιδιά.
Ούτε και θέλει πολύ να σου βγει κάνα θέμα υγείας μετά από συνεχόμενο άγχος.
Κάπως έτσι βρέθηκα, εν μέσω ολιγοήμερων διακοπών, αντί να ηρεμώ, να τρέχω στο νοσοκομείο με καρδιακή αρρυθμία.
Στην αναμονή λοιπόν, περιμένοντας να λειτουργήσει το σύστημα, για να μου γράψει ο καρδιολόγος μια εξέταση, λίγο παραδίπλα ένας νέος άντρας τηλεφωνεί στον εργοδότη του παρακαλώντας για μια προκαταβολή μισθού.
Ζητάει διακόσια ευρώ από τα τριακόσια εξήντα. Το αφεντικό αρνείται. Κλαίγοντας ο άνθρωπος παρακαλεί έστω για ένα πενηντάρι. Το δεκαέξι μηνών αγοράκι του χρειάζεται κάποιο φάρμακο που κοστίζει 26 ευρώ αλλιώς κινδυνεύει από λοίμωξη. Το αφεντικό αρνείται ξανά.
"Δεν είναι προσωπικό το θέμα", του εξηγεί, "αλλά αν δώσει σ΄ εκείνον μια προκαταβολή ίσως ζητήσουν κι άλλοι, καταλαβαίνει, ναι;"
Ο νεαρός πατέρας αφήνει τα δάκρυά του να κυλήσουν, όσο απολογείται στον εργοδότη του. Ναι, καταλαβαίνει, βεβαίως, είναι θέμα πολιτικής της εταιρείας, καταλαβαίνει και λυπάται που ενόχλησε, και ζητά συγγνώμη για το θάρρος.
Κλείνει το τηλέφωνο, παίρνει δυο βαθιές ανάσες και τηλεφωνεί σε κάποιο φίλο του. Λένε δυο κουβέντες, του εξηγεί τα ίδια, και του ζητά 25 ευρώ. Ο φίλος λυπάται, αλλά είναι απλήρωτος απ τη δουλειά του, του λέει. Ο άνθρωπος κλείνει ξανά το τηλέφωνο, ανεβάζει τα γυαλιά ηλίου στα μάτια του, σκύβει το κεφάλι στα χέρια του και κλαίει σιωπηλά.
Σηκώνομαι να πάω κοντά του.
Με προλαβαίνει ένας κύριος που καθόταν δίπλα του. Του βάζει στο χέρι ένα πενηντάρι.
Ο άνθρωπος τα χάνει. Δεν πιστεύει στα μάτια του. "Μα πώς; γιατί;", ψελλίζει, "δεν με ξέρετε, σας είμαι ξένος, δεν έχω να σας τα γυρίσω..."
Κάνει να σκύψει να φιλήσει το χέρι του κυρίου: "Πείτε μου το όνομά σας", του λέει, "να πάω σε μια εκκλησία να ανάψω ένα κερί για σας."
Ο κύριος έρχεται σε δύσκολη θέση, του λέει πως δε χρειάζεται, ας γίνει καλά το μωρό του.
Εκείνη την ώρα τον χτυπάω στον ώμο, ο άνθρωπος στρέφεται προς εμένα, και του βάζω στο χέρι το τελευταίο μου εικοσάρικο.
Κοιτάζει μια την παλάμη του, μια εμένα, μια τον κύριο. Έχει χάσει τα λόγια του.
"Τι είναι αυτό που μου κάνατε βρε παιδιά", λέει και κλαίει ασταμάτητα.
"Φύγε, πήγαινε στο παιδί σου και περαστικά", του λέω.
Μας κοιτάζει μια φορά ακόμα, πάει να πει κάτι, τον παίρνουν πάλι τα δάκρυα.
Φεύγει σαν κυνηγημένος, κλαίει.
Η καρδιά μου καλμάρει τους χτύπους της.
Πολύ τρέξιμο, πολλές εκκρεμότητες, πολλοί λογαριασμοί που περίμεναν να πληρωθούν, πολλές στραβές φάσεις και να κυλούν οι μήνες ενώ αυτοί που σου χρωστάνε τα δεδουλευμένα σου κάνουν τον κουφό και σε αντιμετωπίζουν με θράσος και απαξίωση.
Δε θέλει και πολύ να σαλτάρει ο άνθρωπος, παιδιά.
Ούτε και θέλει πολύ να σου βγει κάνα θέμα υγείας μετά από συνεχόμενο άγχος.
Κάπως έτσι βρέθηκα, εν μέσω ολιγοήμερων διακοπών, αντί να ηρεμώ, να τρέχω στο νοσοκομείο με καρδιακή αρρυθμία.
Στην αναμονή λοιπόν, περιμένοντας να λειτουργήσει το σύστημα, για να μου γράψει ο καρδιολόγος μια εξέταση, λίγο παραδίπλα ένας νέος άντρας τηλεφωνεί στον εργοδότη του παρακαλώντας για μια προκαταβολή μισθού.
Ζητάει διακόσια ευρώ από τα τριακόσια εξήντα. Το αφεντικό αρνείται. Κλαίγοντας ο άνθρωπος παρακαλεί έστω για ένα πενηντάρι. Το δεκαέξι μηνών αγοράκι του χρειάζεται κάποιο φάρμακο που κοστίζει 26 ευρώ αλλιώς κινδυνεύει από λοίμωξη. Το αφεντικό αρνείται ξανά.
"Δεν είναι προσωπικό το θέμα", του εξηγεί, "αλλά αν δώσει σ΄ εκείνον μια προκαταβολή ίσως ζητήσουν κι άλλοι, καταλαβαίνει, ναι;"
Ο νεαρός πατέρας αφήνει τα δάκρυά του να κυλήσουν, όσο απολογείται στον εργοδότη του. Ναι, καταλαβαίνει, βεβαίως, είναι θέμα πολιτικής της εταιρείας, καταλαβαίνει και λυπάται που ενόχλησε, και ζητά συγγνώμη για το θάρρος.
Κλείνει το τηλέφωνο, παίρνει δυο βαθιές ανάσες και τηλεφωνεί σε κάποιο φίλο του. Λένε δυο κουβέντες, του εξηγεί τα ίδια, και του ζητά 25 ευρώ. Ο φίλος λυπάται, αλλά είναι απλήρωτος απ τη δουλειά του, του λέει. Ο άνθρωπος κλείνει ξανά το τηλέφωνο, ανεβάζει τα γυαλιά ηλίου στα μάτια του, σκύβει το κεφάλι στα χέρια του και κλαίει σιωπηλά.
Σηκώνομαι να πάω κοντά του.
Με προλαβαίνει ένας κύριος που καθόταν δίπλα του. Του βάζει στο χέρι ένα πενηντάρι.
Ο άνθρωπος τα χάνει. Δεν πιστεύει στα μάτια του. "Μα πώς; γιατί;", ψελλίζει, "δεν με ξέρετε, σας είμαι ξένος, δεν έχω να σας τα γυρίσω..."
Κάνει να σκύψει να φιλήσει το χέρι του κυρίου: "Πείτε μου το όνομά σας", του λέει, "να πάω σε μια εκκλησία να ανάψω ένα κερί για σας."
Ο κύριος έρχεται σε δύσκολη θέση, του λέει πως δε χρειάζεται, ας γίνει καλά το μωρό του.
Εκείνη την ώρα τον χτυπάω στον ώμο, ο άνθρωπος στρέφεται προς εμένα, και του βάζω στο χέρι το τελευταίο μου εικοσάρικο.
Κοιτάζει μια την παλάμη του, μια εμένα, μια τον κύριο. Έχει χάσει τα λόγια του.
"Τι είναι αυτό που μου κάνατε βρε παιδιά", λέει και κλαίει ασταμάτητα.
"Φύγε, πήγαινε στο παιδί σου και περαστικά", του λέω.
Μας κοιτάζει μια φορά ακόμα, πάει να πει κάτι, τον παίρνουν πάλι τα δάκρυα.
Φεύγει σαν κυνηγημένος, κλαίει.
Η καρδιά μου καλμάρει τους χτύπους της.
Παρασκευή, Φεβρουαρίου 07, 2014
Για τη γιαγιά Ιφιγένεια
"Από ξένο τόπο, κι απ' αλαργινό,
ήρθε ένα κορίτσι, φως μου, δώδεκα χρονώ..."
Στη φωτογραφία είναι παιδούλα η συνονόματη γιαγιά μου, από την πλευρά της μητέρας μου, η Ιφιγένεια.
Οχτώ χρονώ την έστειλαν οι δικοί της υπηρέτρια σε κάποια πλούσια οικογένεια. Η οικονόμος του πλουσιόσπιτου της έβαλε ένα σκαμνάκι για να φτάνει να πλένει τα πιάτα, ο νεροχύτης ήταν πολύ ψηλός και δεν έφτανε αλλιώς.
Το κοριτσάκι του σπιτιού, είχε λίγα και λεπτά μαλλιά. Όταν οι δικοί του αποφάσισαν να του τα κόψουν για να δυναμώσουν, το κοριτσάκι απαίτησε να κοπούν κι οι πλούσιες μαύρες μπούκλες της Ιφιγένειας. Ή μάλλον όχι απλώς να κοπούν, αλλά να κουρευτούν γουλί.
Κι έτσι έγινε.
Η ηλικιωμένη οικονόμος παρηγορούσε κρυφά τα βράδια τη μικρή Ιφιγένεια, λέγοντάς της πως τα μαλλιά της θα έβγαιναν ξανά γρήγορα, το ίδιο όμορφα με πριν.
Σύντομα η οικονόμος αποχώρησε λόγω ηλικίας, και η γιαγιά μου, γύρω στα δέκα πια, ανέλαβε τη θέση της, καθώς και τη θέση της γκουβερνάντας για το κοριτσάκι της οικογένειας, το οποίο ήταν συνομήλικό της.
Κάποιο καιρό αργότερα, η οικογένεια μετακόμισε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Η γιαγιά μου φυσικά, ακολούθησε. Εκεί έκανε και μια μικρή επανάσταση, η οποία και πέτυχε.
Η κυρία του σπιτιού είχε αποφασίσει πως οι υπηρέτριες δεν μπορούσαν να τρώνε λευκό ψωμί, αυτό ήταν για την οικογένεια. Οι υπηρέτες θα έτρωγαν κρίθινο.
Η γιαγιά μου μάζεψε τις ξερές κρίθινες φέτες που τους έδιναν και τις κρέμασε από μια κλωστή στην κουζίνα. Όταν ο κύριος του σπιτιού τις αντιλήφθηκε, την ρώτησε τι κάνουν κρεμασμένα εκεί τα ξεροκόματα για τους σκύλους. Η γιαγιά μου του απάντησε πως ήταν το δικό της ψωμί, αυτό που αποφάσισε η κυρία να τρώνε, κι όχι των σκυλιών. Ο κύριος του σπιτού, αναγνωρίζοντας την πονηριά της αλλά και την αδικία, φρόντισε να μοιράζεται λευκό ψωμί σε όλους, οικογένεια και υπηρέτες.
Δυό χρόνια άντεξε εκεί.
Την πείραξε άσχημα το κλίμα, και κινδύνεψε να πεθάνει. Η οικογένεια αναγκάστηκε να φέρει γιατρό να τη δει. Μπροστά στο φόβο για τα χειρότερα και προκειμένου να γλιτώσουν την ευθύνη, την έστειλαν πακέτο πίσω στους δικούς της.
Δεκατριών χρονών, η γιαγιά Ιφιγένεια επέστρεψε.
Στη φωτογραφία δεν πρέπει να 'ναι πάνω από δέκα χρόνων.
Ουσκουντάρ, ή Σκούταρι, είναι η αρχαία Χρυσόπολις όπου ζούσαν χιλιάδες Έλληνες, και για το οποίο γράφτηκε το περίφημο τραγούδι, που το συναντάμε μέχρι και την Αίγυπτο, και θεωρείται από τα πιο γνωστά της Σεφαραδείτικης παράδοσης της ανατολικής Μεσογείου.
Στην Τουρκία είναι γνωστό ως Üsküdar, στην Αίγυπτο το συναντάμε ως Ya Banat Iskandaria, και Ισκεντερία είναι η Αλεξάνδρεια.
Στην Ελλάδα το συναντάμε σε διάφορα σημεία κι η μελωδία τραγουδιέται ως "Από ξένο τόπο κι απ' αλαργινό".
Μεταξύ άλλων, έχει περάσει απ' τα χέρια του Βαμβακάρη με ερμηνεύτρια την Καίτη Γκρέι, γύρω στο '50 το τραγούδησε η Έρθα Κιτ, έκανε το πέρασμά του στις μελωδίες της τζαζ με την εκτέλεση του Χέρμπι Μαν του φλαουτίστα, και στην Άπω Ανατολή το ταξίδεψε ο κιθαρίστας Τακέτσι Τεραούτσι.
Η μουσική, ευτυχώς, δεν έχει σύνορα. Καμιά φορά ούτε κι ο έρωτας. Σίγουρα ποτέ ο πόνος.
Για τα υπόλοιπα, το ανθρώπινο είδος έχει ακόμα μέλλον.
Πέμπτη, Ιανουαρίου 23, 2014
Φαρμακονήσι φαρμακωμένο...
Συνομιλία στο σπίτι με τον Δ.
-Τι κάνεις έτσι ρε παιδί μου; Τι σπας το στομάχι σου και σκας και κλαις;
Εγώ απαντώ τα δικά μου... Τα αυτονόητά μου. Για το ότι όλοι σήμερα θα έπρεπε να σπάμε τα στομάχια μας, να ξεφυσάμε, να οργιζόμαστε, να κλαίμε, να ντρεπόματε. Λέω κι άλλα, κι άλλα. Για τη φρίκη που ζούμε, για τη χώρα που ζούμε. Για τη ντροπή τούτης της χώρας. Για τους ανθρώπους που χάσαν τους δικούς τους στα νερά του Αιγαίου. Για τη ντροπή, τη φρίκη. Για τα τέρατα που διαμένουν σ' αυτή τη χώρα και που με κάνουν να νιώθω πως ζω μονίμως σε άλλο, παράλληλο σύμπαν.
-Δεν το καταλαβαίνεις; καταλήγω. Σε όλα υπάρχει ένα όριο. Κι αυτό το όριο σήμερα ξεπεράστηκε. -Αυτό είναι το πρόβλημά σου, μου απαντά ο Δ. Που πίστευες ότι υπάρχει ένα όριο. Δεν υπάρχει. Έχει ξεπεραστεί εδώ και καιρό.
Δεν είχα τίποτα να του απαντήσω. Έχει δίκιο.
Εγώ όμως, ακόμα ντρέπομαι.
Κι ακόμα, βλακωδώς, ανοήτως, ρομαντικώς και αφελώς οργίζομαι, θυμώνω αλλά θυμάμαι τον ποιητή, θυμάμαι τα λόγια και λέω δεν μπορεί... δεν μπορεί... κάπου υπάρχει όριο, κάπου υπάρχει ψυχή, κάπου ανθρωπιά, κάπου δικαιοσύνη, κάπου όνειρο, κάπου φως, κάπου μέσα στα βαθιά σκοτάδια.
Όπως και να 'χει, ακόμα ντρέπομαι. Από ποιον να ζητήσω συγγνώμη;
-Τι κάνεις έτσι ρε παιδί μου; Τι σπας το στομάχι σου και σκας και κλαις;
Εγώ απαντώ τα δικά μου... Τα αυτονόητά μου. Για το ότι όλοι σήμερα θα έπρεπε να σπάμε τα στομάχια μας, να ξεφυσάμε, να οργιζόμαστε, να κλαίμε, να ντρεπόματε. Λέω κι άλλα, κι άλλα. Για τη φρίκη που ζούμε, για τη χώρα που ζούμε. Για τη ντροπή τούτης της χώρας. Για τους ανθρώπους που χάσαν τους δικούς τους στα νερά του Αιγαίου. Για τη ντροπή, τη φρίκη. Για τα τέρατα που διαμένουν σ' αυτή τη χώρα και που με κάνουν να νιώθω πως ζω μονίμως σε άλλο, παράλληλο σύμπαν.
-Δεν το καταλαβαίνεις; καταλήγω. Σε όλα υπάρχει ένα όριο. Κι αυτό το όριο σήμερα ξεπεράστηκε. -Αυτό είναι το πρόβλημά σου, μου απαντά ο Δ. Που πίστευες ότι υπάρχει ένα όριο. Δεν υπάρχει. Έχει ξεπεραστεί εδώ και καιρό.
Δεν είχα τίποτα να του απαντήσω. Έχει δίκιο.
Εγώ όμως, ακόμα ντρέπομαι.
Κι ακόμα, βλακωδώς, ανοήτως, ρομαντικώς και αφελώς οργίζομαι, θυμώνω αλλά θυμάμαι τον ποιητή, θυμάμαι τα λόγια και λέω δεν μπορεί... δεν μπορεί... κάπου υπάρχει όριο, κάπου υπάρχει ψυχή, κάπου ανθρωπιά, κάπου δικαιοσύνη, κάπου όνειρο, κάπου φως, κάπου μέσα στα βαθιά σκοτάδια.
Όπως και να 'χει, ακόμα ντρέπομαι. Από ποιον να ζητήσω συγγνώμη;
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
People I know
Ο Νίκος. Εξαιρετική κιθάρα. Κάμποσα χρόνια σε ωδείο στην κλασσική, μετά ηλεκτρική, είχε ταλέντο, ήταν νέος, είχε εμφάνιση. Δούλεψε πολύ, δο...
-
UPDATE Το συγκεκριμένο θέμα έχει ανανεωθεί με καινούριο ποστ εδώ , όπου δίνω νέες πληροφορίες για τους τρόπους παρασκευής χειροποίητου σαπου...
-
Για τη Βίκη έχω γράψει και παλιότερα. Έχουμε εφτά χρόνια διαφορά, είναι το πρώτο μου ανίψι, κι έχουμε μεγαλώσει σχεδόν σαν αδελφάκια. Αφού &...
-
Ο Νίκος. Εξαιρετική κιθάρα. Κάμποσα χρόνια σε ωδείο στην κλασσική, μετά ηλεκτρική, είχε ταλέντο, ήταν νέος, είχε εμφάνιση. Δούλεψε πολύ, δο...